Τις τελευταίες μέρες είναι αλλεπάλληλα τα δημοσιεύματα στον τύπο για τη δυσμενή οικονομική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι τοπικές αρχές Λάρνακας και Αμμοχώστου μετά τη λειτουργία του ΧΥΤΥ στην Κόσιη.

Η αύξηση του κόστους για την ορθή διαχείριση των απορριμμάτων έναντι της απόρριψης τους στις χωματερές, είναι φυσικά εν μέρει δεδομένη και δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί εντελώς. Θα μπορούσε όμως η μετάβαση από την εποχή της χωματερής στην εποχή των κέντρων διαχείρισης των υλικών να γίνει πολύ πιο ομαλά, με πολύ πιο κοινωνικά αποδεχτό τρόπο και με μικρότερη επιβάρυνση, αν είχαμε προγραμματισμό.

Δυστυχώς όμως η ατολμία, η απρονοησία και η αναβλητικότητα έχουν μετατρέψει μια δυνητικά ομαλή αλλαγή εποχής, σε ένα οικονομικό σοκ που σε τέτοιες δύσκολες εποχές μπορεί ακόμη και να γονατίσει οικονομικά τις τοπικές αρχές.

Και αυτό, ενώ οι λύσεις ήταν σχετικά απλές και ουσιαστικά αυτονόητες. Θα εξηγήσω πώς, ακόμη μια φορά, όχι για να τονίσω κατόπιν εορτής ότι εμείς τα είχαμε πει, αλλά γιατί τουλάχιστον για τη Λευκωσία, τη Λεμεσό και την Πάφο υπάρχει ακόμη χρόνος για να ληφθούν τα σωστά μέτρα.

Είχαμε λοιπόν πει εδώ και μερικά χρόνια στους αρμόδιους (και εμείς και άλλοι) ότι ενόψει και της δημιουργίας των κέντρων διαχείρισης αλλά και των δυνατοτήτων και υποχρεώσεων για εναλλακτική διαχείριση των υλικών (ανακύκλωση, κομποστοποίηση κ.λ.π.), θα έπρεπε οι μεγάλες χωματερές (Κοτσιάτη και Βατί) να είχαν μετατραπεί σε ελεγχόμενες και να είχαν ήδη ένα τέλος απόρριψης (gate fee), έστω και πιο χαμηλό από τα κέντρα διαχείρισης. Αυτό θα άλλαζε σημαντικά τα οικονομικά δεδομένα για τις τοπικές αρχές και θα είχαμε πολύ πιο ομαλή μετάβαση από τις χωματερές στα κέντρα διαχείρισης.

Και εξηγούμαι γιατί. Μέχρι σήμερα οι χωματερές χρεώνουν τις τοπικές αρχές που τις χρησιμοποιούν 3-5 ευρώ ανά τόνο υλικού που καταλήγει εκεί. Αυτό επαρκεί απλά για το κόστος επικάλυψης των απορριμμάτων με χώμα. Το κόστος λοιπόν απόρριψης για ένα μέσο νοικοκυριό (που παράγει 2 τόνους απορριμμάτων το χρόνο), είναι 6-10 ευρώ το χρόνο και αποτελεί έτσι το 4-7% του μέσου φόρου σκυβάλων που καταβάλλουν τα νοικοκυριά (130-160 ευρώ/ανά νοικοκυριό/έτος περίπου).

Εάν οι τοπικές αρχές χρέωναν τέλος απόρριψης στις χωματερές 30 ή 40 ή 50 ευρώ ανά τόνο, ή σταδιακά αν επέβαλλαν αυτά τα ποσά τα τελευταία 4-5 χρόνια (που ξέρουμε τουλάχιστον ότι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις χωματερές), θα είχαμε επιτύχει τα ακόλουθα:

α. Οι τοπικές αρχές θα είχαν δημιουργήσει αποθεματικό από τα έσοδα απόρριψης (γιατί δεν θα είχαν αντίστοιχα έξοδα) και θα μπορούσαν πολύ πιο ομαλά να απορροφήσουν σταδιακά το κόστος των κέντρων διαχείρισης χωρίς σοκαριστικές αυξήσεις στα τέλη σκυβάλων στους πολίτες.

β. Τα τέλη σκυβάλων θα είχαν ήδη αυξηθεί σταδιακά κατά 50 ευρώ ανά κατοικία περίπου (θα ήταν στα 180-210 ευρώ), αρά η μετάβαση στους νέους φόρους που απαιτούνται για να καλύπτεται το κόστος των κέντρων διαχείρισης (250-300 ευρώ περίπου) θα γινόταν σταδιακά και δεν θα επέφερε τόσο μεγάλο σοκ.

γ. Θα είχαν δοθεί πολλαπλάσια κίνητρα σε ιδιώτες και άλλους για ανάπτυξη μικρών επιχειρήσεων ανακύκλωσης, κομποστοποίησης κ.λ.π., μειώνοντας έτσι τους όγκους απορριμμάτων που θα πρέπει να πάνε στα κέντρα διαχείρισης, άρα και το σχετικό κόστος.

δ. Θα είχαν βελτιώσει σημαντικά την αντίληψη του κόσμου για το τι μπορεί να κάνει με τα απορρίμματα του και πώς να τα αξιοποιήσει κτίζοντας κουλτούρα μείωσης και εναλλακτικής διαχείρισης των απορριμμάτων.

ε. Θα είχαν χρήματα για να στηρίξουν προγράμματα εναλλακτικής διαχείρισης που θα τους μείωνε στη συνέχεια το κόστος τους αφού θα μειώνονταν τα απορρίμματα που θα παρέμεναν προς διάθεση σε κέντρο διαχείρισης απορριμμάτων.

Όσες φορές και να θέσαμε αυτά τα αυτονόητα επιχειρήματα τα τελευταία χρόνια, εισπράξαμε απαντήσεις του τύπου “καλά ακούγονται αλλά είναι δύσκολο να γίνουν και αν κάνουμε ελεγχόμενες και χρεώνουμε τις χωματερές θα πετούν οι πολίτες στους ποταμούς τα σκουπίδια” κ.λ.π.. Ε καλά, και αν με αύξηση 20, 30 ή 40 ευρώ ανά τόνο θα γίνονταν όλα αυτά, δεν θα γίνουν τώρα που οι αυξήσεις θα είναι 80 και 100 ευρώ ανά τόνο; Και αν τώρα λέμε ότι θα αστυνομεύσουμε και θα επιβάλουμε να μην συμβούν τα πιο πάνω, τα τελευταία 4-5 χρόνια δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε το ίδιο;

Δεν ξέρω αν σε αυτό τον τόπο έγινε πλέον δεδομένο ότι όλα πρέπει να γίνονται ανάποδα. Δεν γίνεται στα καλέσματα της λογικής όλοι να λέμε “μην μου τους κύκλους τάραττε”. Δεν γίνεται σε κάθε θέμα που βλέπουμε ότι μπορούμε να δράσουμε έγκαιρα και να προλάβουμε δυσάρεστες καταστάσεις να λέμε ας το κάνει άλλος, ή κρύψε να περάσουμε. Εκλεγόμαστε και έχουμε ευθύνη να υπηρετήσουμε τον πολίτη συνάδελφοι της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δεν γίνεται να κρυβόμαστε πίσω από τις δυσκολίες και τις τυπικότητες. Αν ο πολίτης ήθελε απλά διαχειριστές της υφιστάμενης κατάστασης θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί (ίσως και καλύτερα), από δημόσιους λειτουργούς των επαρχιακών διοικήσεων (όπως γινόταν παλιά πριν τη δημιουργία εκλεγμένης τοπικής αυτοδιοίκησης). Από μας περιμένει αποφάσεις, τομές, προνοητικότητα και κυρίως κοινή λογική. Μήπως λοιπόν πλέον η κοινή λογική σε αυτό τον τόπο δεν είναι τόσο κοινή;

Και δεν λύνεται το πρόβλημα του κόστους απόρριψης των υλικών στα κέντρα διαχείρισης μόνο με το να μας επιτρέψουν να αφαιρέσουμε το 14% των αυξήσεων στα τέλη σκυβάλων που μας επιτρέπει ο Νόμος. Αυτή είναι η εύκολη οδός. Δουλειά μας δεν είναι απλά να θεσμοθετήσουμε την οδό μέσα από την οποία θα μετακυλήσουμε το κόστος στο δημότη μας. Δουλειά μας είναι να δράσουμε προληπτικά για να μειώσουμε αυτό το κόστος. Να δράσουμε μαζί με τον πολίτη για το καλό του πολίτη.

Κλείνω καλώντας τους Δήμους Λευκωσίας, Λεμεσού και Πάφου που έχουν το πρώτο λόγο στη διαχείριση των χωματερών (του ΧΥΤΑ στην περίπτωση της Πάφου), να δουν τις πιο πάνω επισημάνσεις πολύ σοβαρά. Έχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας 3-4 χρόνων. Και δεν είναι απλά κουβέντες αυτά για να τις προσπεράσουμε με ελαφρότητα. Είναι πλέον πραγματικότητες και τις βιώνουν οδυνηρά οι συνάδελφοι μας σε Λάρνακα και ελεύθερη Αμμόχωστο. Ρωτήστε τους.

Κυριάκος Παρπούνας
Δημοτικός Σύμβουλος Λατσιών
Γενικός Διευθυντής Green Dot (Cyprus) Public Co Ltd